κιτάπι

κιτάπι
το
βιβλίο ή τετράδιο σημειώσεων («γιά να δούμε τί γράφουν τα κιτάπια»).
[ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ. kitap].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • κιτάπι — το (λ. τουρκ.), φυλλάδα, μικρό σύγγραμμα: Άνοιξε το κιτάπι να δεις τι λέει …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • φυλλάδα — η 1. λιγοσέλιδο βιβλίο με λαϊκό περιεχόμενο: Η φυλλάδα του Τσακιτζή. 2. άσεμνο σύγγραμμα ή βιβλίο ανάξιο λόγου: Δεν είναι βιβλίο αυτό, είναι φυλλάδα. 3. (ειρωνικά), βοηθητικό μαθητικό βιβλίο: Διαβάζει τη μετάφραση από τη φυλλάδα. 4. (ειρωνικά),… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”